Γλαύκη

Γλαύκη
I
Όνομα μυθολογικών προσώπων.
1. Θαλάσσια θεότητα που συγχέεται με τον θεό των θαλασσών Γλαύκο, προσωποποίηση του χρώματος της θάλασσας.
2. Κόρη του βασιλιά της Κορίνθου Κρέοντα, που παντρεύτηκε τον Ιάσονα όταν απομάκρυνε τη Μήδεια. Για να εκδικηθεί, η Μήδεια έστειλε στη νεαρή νύμφη έναν πέπλο ποτισμένο με μαγικά φάρμακα. Μόλις η Γ. τον φόρεσε, πετάχτηκε από μέσα του λάβρον πυρ που την έκαψε, μαζί με τον πατέρα της ο οποίος έτρεξε να τη βοηθήσει, και τα παιδιά της Μέρμερο και Φέρητα, που τα είχε αποκτήσει με τον Ιάσονα.
3. Μία από τις Νηρηίδες, κόρες του Νηρέα και της Δωρίδας.
4. Μία από τις 50 Δαναΐδες. Σκότωσε τον σύζυγό της, γιο του Αιγυπτίου Άλκη.
5. Κόρη του βασιλιά της Σαλαμίνας Κυχρέα. Από τον Ακταίο απέκτησε τον Τελαμώνα.
O θάνατος της Γλαύκης, συζύγου του Ιάσονα, όπως εικονίζεται σε αττικό αγγείο.
II
(1ος αι. π.Χ.). Κιθαρωδός και συνθέτρια από τη Xίo, ικανότατη μουσικός. Ο Θεόκριτος την επαίνεσε σε ένα επίγραμμά του και ο Πλούταρχος την ονόμασε λιγυράν κιθαρωδόν.Άκμασε την εποχή του Πτολεμαίου του Φιλάδελφου και έμενε στην αυλή του. Κατά την παράδοση, την είχαν αγαπήσει με πάθος, στη Χίο μία αρσενική χήνα και στην Αίγυπτο ένας κριός.
III
Ονομασία δύο οικισμών.
1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 59 μ., 800 κάτ.) του νομού Λαρίσης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πλατυκάμπου.
2. Μεγάλος ορεινός οικισμός (υψόμ. 540 μ., 1.181 κάτ.) του νομού Ξάνθης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μύκης.
IV
(Αστρον.).Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 1890. Το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι 12,5 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και από τον Ήλιο 9,1.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Γλαύκη — fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γλαύκῃ — Γλαύκη fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γλάυκη — Sp Glãfkė Ap Γλάυκη/Glafki L ŠR Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • γλαυκή — γλαυκός gleaming fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Главка — (Γλαύκη): 1) Дочь коринфского царя Креона, на которой женился Язон, когда бросил Медею. Последняя, из мести, послала Г. брачное платье, пропитанное волшебным снадобьем и сжегшее ее (а по некоторым версиям и ее отца), лишь только она его надела.… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Γλαυκέων — Γλαύκη fem gen pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γλαυκῶν — Γλαύκη fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γλαύκην — Γλαύκη fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γλαύκης — Γλαύκη fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”